Αρχαία Ολυμπία
Highlights
Το αρχαίο στάδιο όπου μπορείτε να παραβγείτε σε αγώνα τρεξίματος
Ο μυστικισμός του χώρου
Ο Ερμής του Πραξιτέλη (κατά πολλούς το ωραιότερο άγαλμα που σμιλεύτηκε ποτέ)
Τα αετώματα του ναού στο μουσείο
Τα όπλα και οι πανοπλίες που ήταν αφιερώματα στο ιερό
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
Spread the word
Στη δυτική Πελοπόννησο, στην πανέμορφη κοιλάδα του ποταμού Αλφειού, άνθισε το πιο δοξασμένο ιερό της αρχαίας Ελλάδας, αφιερωμένο στον πατέρα των θεών, τον Δία.
Απλώνεται στους νοτιοδυτικούς πρόποδες του κατάφυτου Κρονίου λόφου, μεταξύ των ποταμών Αλφειού και Κλαδέου, που ενώνονται σε αυτή την περιοχή. Παρά την απομονωμένη θέση της κοντά στη δυτική ακτή της Πελοποννήσου, η Ολυμπία καθιερώθηκε στο αρχαίο κόσμο ως το σημαντικότερο θρησκευτικό και αθλητικό κέντρο. Εδώ γεννήθηκαν οι σπουδαιότεροι αγώνες της αρχαίας Ελλάδας, οι Ολυμπιακοί, που γίνονταν κάθε τέσσερα χρόνια προς τιμήν του Δία, ένας θεσμός με πανελλήνια ακτινοβολία και λάμψη από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Η απαρχή της λατρείας και των μυθικών αναμετρήσεων που έλαβαν χώρα στην Ολυμπία χάνεται στα βάθη των αιώνων. Οι τοπικοί μύθοι σχετικά με τον ισχυρό βασιλιά της περιοχής, τον ξακουστό Πέλοπα (από τον οποίο έχει πάρει το όνομά της η Πελοπόνησσος), και τον ποτάμιο θεό Αλφειό, φανερώνουν τους ισχυρούς δεσμούς του ιερού τόσο με την Ανατολή όσο και με τη Δύση.
Σύμφωνα με την αρχαία παράδοση, τον 11ο αιώνα π.Χ. στην ευρύτερη περιοχή της Ολυμπίας εγκαταστάθηκαν οι Αιτωλοί, με αρχηγό τον Όξυλο, οι οποίοι ίδρυσαν το κράτος της Ήλιδας. Προς τα τέλη της μυκηναϊκής εποχής πιθανότατα διαμορφώθηκε και το παλαιότερο πρωτόγονο ιερό, αφιερωμένο σε τοπικές και πανελλήνιες θεότητες.
Γύρω στο 10ο-9ο αι. π.Χ. άρχισε να διαμορφώνεται η Άλτις, το ιερό άλσος που ήταν κατάφυτο με αγριελιές, πεύκα, πλατάνια, λεύκες και δρυς. Τότε καθιερώθηκε η λατρεία του Δία, και η Ολυμπία από τόπος κατοίκησης έγινε τόπος λατρείας.
Το 776 π.Χ. αναδιοργανώθηκαν προς τιμήν του Δία οι αγώνες, από τον Ίφιτο, βασιλιά της Ήλιδας, από τον Κλεοσθένη της Πίσας και τον Λυκούργο της Σπάρτης, οι οποίοι θέσπισαν και την ιερή εκεχειρία. Τα Ολύμπια τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια και σύντομα απέκτησαν πανελλήνιο χαρακτήρα.
Ο μεγαλόπρεπος ναός του Δία που στέγαζε ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, το χρυσελεφάντινο άγαλμα του πατέρα των θεών, κτίστηκε κατά την ακμή της χρυσής εποχής της αρχαιότητας για να καταστραφεί από δύο μεγάλους σεισμούς τον έκτο αιώνα μ.Χ. κι αφού πρώτα άντεξε τις καταστροφές που υπέστη όλο το ιερό επί Θεοδοσίου Β'.
Σήμερα, ο αρχαιολογικός χώρος της Ολυμπίας, αποπνέει ακόμα μια ιερότητα και έναν μυστικισμό και καθημερινά, χιλιάδες επισκέπτες βρίσκονται στην κοιλάδα του Αλφειού να περιπλανιούνται στο παρελθόν, ένα παρελθόν που ακόμα και σήμερα εντυπωσιάζει.
Το 1766, την αρχαία Ολυμπία ανακάλυψε ο Άγγλος Ρίτσαρντ Τσάντλερ (Richard Chandler) χωρίς, όμως, να πραγματοποιηθούν ανασκαφές. Η πρώτη ανασκαφή στον χώρο διεξήχθη το 1829 από την Γαλλική Επιστημονική Αποστολή στην Πελοπόννησο, γνωστή ως «Επιστημονική Αποστολή του Μωριά», με επικεφαλή τον στρατηγό J. Maison. Τα περισσότερα από τα κτίρια, αρχικά, ήταν αόρατα διότι είχαν καλυφθεί από παχύ στρώμα ιζημάτων (λόγω των υπερχειλίσεων των ποταμών Αλφειού και Κλαδέου). Χαρακτηριστικά, μονάχα ένα μεγάλο δωρικό τμήμα στήλης ήταν ορατό. Οι Γάλλοι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν τμήματα από τις μετόπες του πρόναου και του οπισθόδομου του ναού του Διός, τα οποία μετέφεραν στη Γαλλία, με την άδεια της Ελληνικής κυβέρνησης του Ιωάννη Καποδίστρια. Μέχρι και σήμερα, τα ευρήματα αυτά εκτίθενται στο Μουσείο του Λούβρου, στο Παρίσι.
Η πρώτη μεγάλη ανασκαφή στην Ολυμπία ξεκίνησε το 1875, χρηματοδοτούμενη από το Γερμανικό κράτος και με επικεφαλή της αρχαιολογικής αποστολής τον αρχαιολόγο Ερνστ Κούρτιους (Ernst Curtius) όπου και καταγράφηκαν συνολικά 14.000 αντικείμενα. Σήμερα, παράλληλα με το ανασκαφικό έργο στον χώρο πραγματοποιούνται έργα συντήρησης και αναστήλωσης.
Στον αρχαιολογικό χώρο της Ολυμπίας, ο επισκέπτης μπορεί να δει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα μνημεία:
Ναός του Δία: Ο μεγαλοπρεπής ναός του Δία κτίστηκε κατά το 470-456 π.Χ. και αποτελεί πρότυπο δείγμα του δωριοκού ρυθμού. Ο ναός κατασκευάστηκε από τον αρχιτέκτονα Λίβονα και η κύρια κατασκευή του κτιρίου ήταν από ντόπιο ασβεστόλιθο επικαλυμμένο με ένα λεπτό στρώμα κονιάματος. Τα αετώματα ήταν διακοσμημένα με τον Αγώνα Λαπιθών και Κενταύρων δυτικά και με την Αρματοδρομία Πέλοπα και Οινόμαου ανατολικά. Σήμερα, τα γλυπτά των αετωμάτων βρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας. Πρόκειται για τυπικό δωρικό περίπτερο ναό με 6 κίονες στην κάθε στενή πλευρά και 13 κίονες στην κάθε μακριά πλευρά του. Ο ναός ήταν διπλός, ο σηκός του, δηλαδή, είναι χωρισμένος σε πρόναο, κυρίως ναό και οπισθόδομο. Ο ναός του Δία είναι ο μεγαλύτερος ναός της Πελοποννήσου.
Στο εσωτερικό του ναού φυλασσόταν το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία-ένα από τα Επτά Θαύματα του αρχαίου κόσμου. Το άγαλμα, καθισμένο στον θρόνο του, είχε ύψος περίπου 13 μέτρων και φιλοτεχνήθηκε από τον γλύπτη Φειδία που του πήρε περίπου δώδεκα χρόνια για να το ολοκληρώσει. Στο κεφάλι του Δία ήταν τοποθετημένο ένα στεφάνι από κλαδιά ελιάς, ενώ στο δεξί του χέρι κρατούσε τη φτερωτή θεά Νίκη, κατασκευασμένη από ελεφαντόδοντο και χρυσό. Στο αριστερό του χέρι κρατούσε ένα σκήπτρο κατασκευασμένο από πολλά είδη μετάλλων. Ο χιτώνας και τα σανδάλια του Δία ήταν κατασκευασμένα από χρυσό, ενώ ο θρόνος ήταν διακοσμημένος με χρυσό, πολίτιμους λίθους, έβενο (είδος ξύλου) και ελεφαντόδοτο.
Μετά την κατάργηση των Ολυμπιακών Αγώνων, το άγαλμα μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου και καταστράφηκε από φωτιά, περίπου το 475 μ.Χ.
Ηραίον Ολυμπίας: Ο ναός της Ήρας βρίσκεται εντός του ιερού χώρου της Άλτεως, κτισμένος στους νότιους πρόποδες του Κρονίου λόφου. Πρόκειται για δωρικό περίπτερο ναό όπου το κατώτερο τμήμα του ήταν κατασκευασμένο από κογχυλιάτη λίθο και το ανώτερο τμήμα των τοίχων από ωμές πλίνθους. Σύμφωνα με τον περιηγητή Παυσανία (5.17.1) στο βάθος του σηκού, επάνω σε βάθρο, υπήρχαν λατρευτικά αγάλματα του Δία και της Ήρας. Κατά τα Ρωμαϊκά χρόνια, ο ναός είχε μετατραπεί σε είδος μουσείου. Στο Ηραίον Ολυμπίας φυλάσσονταν τα πιο πολύτιμα έργα του ιερού, όπως ήταν ο περίφημος Ερμής του Πραξιτέλους, ο δίσκος της ιερής εκεχειρίας, τα αγάλματα των Ωρών του γλύπτη Έμιλου κ.α. Μπροστά από το ναό υπάρχει ο βωμός της Ήρας, στον οποίο γίνεται η αφή της Ολυμπιακής φλόγας από την πρωθιέρεια.
Αρχαίο στάδιο: Το στάδιο βρίσκεται στα ανατολικά του ιερού του Διός και ήταν η τοποθεσία διεξαγωγής πολλών από τα αθλητικά γεγονότα των Ολυμπιακών Αγώνων, καθώς και των γυναικείων αγώνων, Ηραίων. Το στάδιο (μήκους 192,27 μέτρων και πλάτους 28 μέτρων) έχει χωριτικότητα 45.000 θεατών. Στο στάδιο δεν κτίστηκαν ποτέ κερκίδες και οι θεατές καθόντουσαν καταγής. Ελάχιστα καθίσματα υπήρχαν μόνο για τους επισήμους. Στα τέλη του 3ου π.Χ. αιώνα, κατασκευάσθηκε η μνημειακή είσοδος του σταδίου, η λεγόμενη «Κρυπτή».
Βουλευτήριο: Το Βουλευτήριο βρίσκεται νότια του ναού του Δία, έξω από τον ιερό περίβολο της Άλτεως και συσχετίζεται άμεσα με την διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων. Ήταν η έδρα της Βουλής των Ηλείων, τα μέλη της οποίας είχαν την ευθύνη για τη διοργάνωση των αγώνων, πιθανότατα και των Ελλανοδικών, των κριτών των αγώνων. Το οικοδόμημα αποτελείται από δύο επιμήκη αψιδωτά μέρη που συνδέονται μεταξύ τους με ένα τετράγωνο κτίσμα και μία ιωνική στοά στο ανατολικό τμήμα τους. Σήμερα, από το μνημείο σώζονται μόνο τα θεμέλια.
Πρυτανείο: Το Πρυτανείο ήταν από τα σημαντικότερα κτίσματα της Ολυμπίας, αφού αποτελούσε το κέντρο της διοικητικής και πολιτικής ζωής του ιερού και το κέντρο διοίκησης των Ολυμπιακών Αγώνων. Βρίσκεται μέσα στον ιερό περίβολο, δίπλα στην είσοδο της Άλτεως. Ο περιηγητής Παυσανίας (5.15.8) το αναφέρει ως «Πρυτανείο των Ηλείων». Η κατασκευή του χρονολογείται στα τέλη του 6ου ή στις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα. Το κτίριο είναι τετράγωνο και στο μέσο της νότιας πλευράς του υπάρχει είσοδος που οδηγεί σε ένα τετράγωνο δωμάτιο στο κέντρο του κτιρίου. Εδώ, υπάρχει και η ιερή εστία του Κοινού των Ηλείων, όπου έκαιγε το «άσβεστον πυρ». Επίσης, στο εσωτερικό του Πρυτανείου (δεξιά της εισόδου) υπήρχε και βωμός αφιερωμένος στο θεό Πάνα.
Εργαστήριο του Φειδία: Το εργαστίριο του Φειδία βρίσκεται ακριβώς απέναντι από το ναό του Δία, δυτικά της Άλτεως. Εδώ, ο μεγάλος γλύπτης φιλοτέχνησε το χρυσελεφάντινο άγαλμα του θεού. Το εργαστήριο, ορθογώνιας στενόμακρης κάτοψης (μήκους 32,18 μέτρων και πλάτους 14,50 μέτρων) οικοδομήθηκε στο β’ μισό του 5ου π.Χ. αιώνα, ενώ αργότερα μετατράπηκε σε χώρο λατρείας. Το εργαστήριο ήταν κτισμένο από κογχυλιάτη λίθο και το εσωτερικό του χωριζόταν σε τρία κλίτη από δύο σειρές κιόνων. Στο κεντρικό κλίτος είχε στηθεί το χρυσελεφάντινο άγαλμα. Ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα του εργαστηρίου είναι μία μικρή μελαμβαφής οινοχόη, στη βάση της οποίας είναι χαραγμένη η επιγραφή «ΦΕΙΔΙΟ ΕΙΜΙ», δηλαδή, «ανήκω στον Φειδία». Τον 5ο μ.Χ. αιώνα, στα ερείπια του εργαστηρίου κτίσθηκε μία ξυλόστεγη, τρίκλιτη Παλαιοχριστιανική βασιλική.
Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να γίνει μία αναφορά στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας, ένα από τα σημαντικότερα της Ελλάδας όπου εκτίθενται τα αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν στον αρχαιολογικό χώρο της Ολυμπίας. Το μουσείο είναι γνωστό κι ως «Νέο Μουσείο» για να διαχωρίζεται από το παλαιότερο. Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας αποτελείται από δώδεκα αίθουσες οργανωμένες θεματικά και χρονολογικά. Η συλλογή των χάλκινων αντικειμένων απότελεί μία από τις σημαντικότερες συλλογές παγκοσμίως, ενώ ιδιαίτερα σημαντικά είναι και τα ευρήματα της μεγάλης πηλοπλαστικής. Το μουσείο διαθέτει, επίσης, αποθηκευτικούς χώρους, καθώς και εργαστήρια συντήρησης πήλινων, χάλκινων και λίθινων αντικειμένων, ψηφιδωτών και μικροευρημάτων. Κεντρικό έκθεμα του μουσείου αποτελεί ο Ερμής του Πραξιτέλους, καθώς και το κύπελλο που ανήκε στον Φειδία και η Νίκη του Μενδαίου Παιωνίου. Ο Ερμής του Πραξιτέλους- το μαρμάρινο σύμπλεγμα που απεικονίζει τον θεό Ερμή να κρατά τον μικρό Διόνυσο- είναι έργο του γλύπτη Πραξιτέλη και βρέθηκε ακέραιο μέσα στο ναό της Ήρας, κατά τις ανασκαφές του 1877. Η γλυπτική σύνθεση, ύψους 2,13 μέτρων, είναι από Παριανό μάρμαρο και αποτελεί αριστούργημα της τέχνης του 4ου π.Χ. αιώνα εκπροσωπώντας μία εποχή όπου την αυστηρή συμμετρία έχει διαδεχθεί ο νατουραλισμός στην απόδοση των μορφών.