Βρωμιά
Spread the word
«Με λένε Σαντ. Είμαι τριάντα χρονών. Σαντ στ’ αγγλικά σημαίνει λυπημένος. Δεν είμαι λυπημένος».
Με αυτή τη φράση, ο Σαντ αρχίζει να αφηγείται την ιστορία του.
Ο Σαντ γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Ιράκ. Τώρα είναι ένας ακόμη μετανάστης, στη Γερμανία. Βρίσκεται πια στον τόπο που ονειρεύτηκε και αγάπησε μέσα από τα διαβάσματα του, όμως είναι μόνος και φοβισμένος.
Θα ήθελε να είναι σαν όλους τους άλλους. Θα ήθελε να μπορεί να τους μιλάει. Να μπορεί να μπαίνει στο μετρό. Να ανήκει κάπου.
Αλλά είναι ξένος.
Ζει κλεισμένος στο δωμάτιό του.
«Αυτή είναι η καρέκλα μου. Εδώ κάθομαι. Την αγαπάω την καρέκλα μου… Αν και δε μου ανήκει, αυτή η καρέκλα είναι η πατρίδα μου».
Μέσα σε αυτό το δωμάτιο, που είναι όλος του ο κόσμος, ο Σαντ νοσταλγεί και ονειρεύεται. Μιλάει για τη ζωή και τους ανθρώπους του, παλεύει να πιαστεί από καθετί που αγαπάει, αυτοσαρκάζεται και ακροβατεί ανάμεσα στην μοναξιά και την ελπίδα με σπαρακτικό χιούμορ και αφοπλιστική ειλικρίνεια.
Ο Σαντ είναι ο Άλλος, ο διαφορετικός που φταίει για όλα. Εκείνος που προσπερνάμε κάθε μέρα χωρίς να τον βλέπουμε, χωρίς να τον γνωρίσουμε ποτέ πραγματικά. Ο Σαντ βρίσκεται ανάμεσά μας. Ή μήπως μέσα μας;
Η «Βρωμιά» ανέβηκε για πρώτη φορά το 1997, από το Θέατρο του Νέου Κόσμου σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου και με πρωταγωνιστή τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη.
«... κάπου άκουσα μια φράση στα αραβικά, αλλά ξέρω πως τη σκέφτηκε κάποιος στα γερμανικά. Τώρα θα την πω αυτή τη φράση.
Γι’ αυτά που δε μπορείς να μιλήσεις, καλύτερα να σιωπάς.
Τώρα ξέρω πως αυτή η φράση είναι λάθος.
Γι’ αυτά που δεν μπορείς να μιλήσεις, πρέπει να μιλάς!»