Ναός Επικούριου Απόλλωνα
Ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα δεσπόζει σε υψόμετρο 1.130 μέτρων στις Βάσσες της Φιγαλείας, στα όρια της Αρκαδίας, Τριφυλίας και Μεσσηνίας και θεωρείται ο «Παρθενώνας» της Πελοποννήσου. Είναι ένας από τους σπουδαιότερους και επιβλητικότερους ναούς της αρχαιότητας, καθώς και το πρώτο μνημείο στην Ελλάδα που ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO, το 1986. Η λατρεία του Απόλλωνα στην περιοχή των Βασσών ανάγεται στα τέλη του 8ου- αρχές του 7ου π.Χ. αιώνα και ο θεός φέρει το επίθετο «επικούριος» διότι σύμφωνα με την παράδοση συνέδραμε τους Φιγαλείς στον αγώνα τους κατά των Σπαρτιατών, το 659 π.Χ. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, η ονομασία οφείλεται στο γεγονός ότι ο Απόλλωνας εμπόδισε την εξάπλωση επιδημίας που έπληττε την περιοχή στα χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου. Επίσης, σε επιγραφή προερχόμενη από την περιοχή, ο Απόλλωνας αναφέρεται και ως «Βασσίτας».
Ο ναός που βλέπει σήμερα ο επισκέπτης δεν είναι ο αρχαιότερος που κτίσθηκε στο χώρο. Ο πρώτος ναός του Απόλλωνα οικοδομήθηκε στα τέλη του 7ου π.Χ. αιώνα, πιθανότατα στην ίδια θέση. Η ανέγερση του ναού του Επικούριου Απόλλωνα τοποθετείται στο 420 - 400 π.Χ και αρχιτέκτονάς του θεωρείται ο Ικτίνος. Ο ναός χαρακτηρίζεται από πλήθος πρωτοτυπιών τόσο στην εξωτερική όσο και στην εσωτερική του διαρρύθμιση και είναι ο μοναδικός που συνδυάζει στοιχεία και των τριών αρχιτεκτονικών ρυθμών της αρχαιότητας. Για την κατασκευή του έχει χρησιμοποιηθεί ανοιχτόχρωμος τοπικός ασβεστόλιθος, ενώ ορισμένα μέρη της οροφής, τα κιονόκρανα του σηκού και ο γλυπτός διάκοσμος είναι από μάρμαρο. Πρόκειται για δωρικό, περίπτερο, δίστηλο εν παραστάσι ναό με πρόναο, σηκό, άδυτο και οπισθόδομο. Στο εσωτερικό του σηκού, κατά μήκος των μακρών πλευρών, υπάρχουν από 5 ιωνικοί ημικίονες και ανάμεσα σε αυτούς υπήρχε ένας κίονας που έφερε το αρχαιότερο γνωστό ως σήμερα κορινθιακό κιονόκρανο. Το κιονόκρανο αυτό το γνωρίζουμε από τα σχέδια των πρώτων περιηγητών και θραύσματά του φυλάσσονται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, στην Αθήνα. Η στέγη του ναού είναι δίρριχτη και η κεράμωση μαρμάρινη, κορινθιακού τύπου.
Εξωτερικά, το ναό περιέτρεχε δωρική ζωφόρος με ακόσμητες μετόπες και τρίγλυφα, ενώ ανάγλυφη διακόσμηση έφεραν μόνο οι εσωτερικές μετόπες των στενών πλευρών. Οι έξι μετόπες του πρόναου απεικόνιζαν την επιστροφή του Απόλλωνα στον Όλυμπο από τις Υπερβόρειες χώρες και του οπισθόδομου την αρπαγή των θυγατέρων του Μεσσήνιου βασιλιά Λεύκιππου από τους Διόσκουρους. Τα αετώματα δεν είναι βέβαιο ότι έφεραν γλυπτό διάκοσμο. Το βασικότερο διακοσμητικό στοιχείο του ναού ήταν η μαρμάρινη ιωνική ζωφόρος μέσα στο σηκό (συνολικού μήκους 31 μέτρων) η οποία αποτελείται από 23 μαρμάρινες πλάκες. Στις 12 πλάκες απεικονίζεται η Αμαζονομαχία και στις υπόλοιπες 11 η Κενταυρομαχία.
Τον 2ο μ.Χ. αιώνα το χώρο επισκέφθηκε ο περιηγητής Παυσανίας που περιέγραψε τα αρχαία μνημεία και διέσωσε χρήσιμες πληροφορίες για την ιστορία τους, ειδικά για το ναό του Επικούριου Απόλλωνα. Τον θεωρεί, μάλιστα, το δεύτερο, μετά της Τεγέας, Πελοποννησιακό ναό σε κάλλος και αρμονία (8.41.8). Τους επόμενους αιώνες το ιερό εγκαταλείφθηκε, ενώ υπέστη και σοβαρές ζημιές από σεισμούς που έπληξαν την περιοχή. Ο χώρος παρέμεινε εγκαταλελειμμένος έως τον 18ο αιώνα, όταν ταυτίσθηκε από τον Γάλλο αρχιτέκτονα, J. Bocher. Το 1812, πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες ανασκαφές από ομάδα αρχαιόφιλων επιστημόνων όπου ήλθαν στο φως οι 23 μαρμάρινες πλάκες από την εσωτερική ζωφόρο του ναού, οι οποίες μεταφέρθηκαν από το ναό στα παράλια του Ιονίου και από εκεί στην Ζάκυνθο. Το 1815, κατέληξαν στο Βρετανικό Μουσείο όταν η ζωφόρος αγοράσθηκε σε δημοπρασία. Από το 1902, τη συστηματική έρευνα ανέλαβε η Αρχαιολογική Εταιρεία όπου ήλθαν στο φως και άλλα τμήματα της ιωνικής ζωφόρου, τα οποία φυλάσσονται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Από το 1965 και συστηματικά από το 1982, το Υπουργείο Πολιτισμού έχει αναλάβει το δύσκολο έργο της συντήρησης και αναστήλωσης του ναού του Επικούρειου Απόλλωνα. Τέλος, από το 1987, ο ναός προστατεύεται από τις αντίξοες καιρικές συνθήκες με ειδικό στέγαστρο που θα απομακρυνθεί μετά την ολοκλήρωση των απαραίτητων εργασιών.