Κάστρο Κορώνης
Το Κάστρο της Κορώνης στέκει αγέρωχο πάνω από την όμορφη κομώπολη της Κορώνης ( που απέχει 30 χιλιόμετρα από την Μεθώνη και 52 χιλιόμετρα από την Καλαμάτα). Πρόκειται για ένα από τα πιο γνωστά κάστρα της χώρας μας και για το μοναδικό κάστρο στην Ελλάδα που συνεχίζει να κατοικείται έως και σήμερα. Μέσα στο κάστρο υπάρχει μικρός οικισμός με ιδιωτικές κατοικίες και νεκροταφείο.Το επιβλητικό κάστρο είναι εξαίρετο δείγμα Βενετσιάνικης οχυρωματικής τεχνικής με ογκώδεις πύλες, υπόγεια περάσματα, στιβαρά τείχη και τετράγωνους πύργους. Καταλαμβάνει μία έκταση 62 στρεμμάτων και κτίστηκε στα τέλη του 13ου αιώνα, από τους Ενετούς, πάνω στα ερείπια Βυζαντινού φρουρίου.
Η Κορώνη και η Μεθώνη αποτέλεσαν δύο πολιτείες με μεγάλη ακμή από τον 13ο-17ο αιώνα, γεγονός που οφείλεται στη γεωστρατηγική τους θέση ως λιμάνια-κλειδιά για το εμπόριο από και προς την Ανατολή. Μάλιστα, οι δύο πολιτείες έγιναν γνωστές ως «Οφθαλμοί της Βενετίας» και ως τα «Μεθωνοκόρωνα».
Το Κάστρο της Κορώνης δέχθηκε διάφορες τροποποιήσεις από τους εκάστοτε κατακτητές της περιοχής. Συγκεκριμένα, τον Αύγουστο του 1500, κατελήφθη από τον σουλτάνο Βαγιαζήτ Β’ και οι κάτοικοι της Κορώνης, έχοντας τρομοκρατηθεί από το γεγονός, παραδόθηκαν στους Οθωμανούς. Το 1715, οι Οθωμανοί κατέλαβαν και πάλι το κάστρο όπου και εγκαταστάθηκαν Οθωμανικές οικογένειες, ενώ οι Ελληνορθόδοξοι κατοικούσαν εκτός των τειχών. Το 1770, το κάστρο βομβαρδίστηκε από τους αδελφούς Ορλώφ. Όταν το 1776 επισκέφθηκε την περιοχή ο Γάλλος περιηγητής Goofier, βρήκε μία τρομοκρατημένη πολιτεία που προσπαθούσε να συνέλθει από τον βομβαρδισμό.
Το Κάστρο της Κορώνης γνώρισε διάφορες οικοδομικές φάσεις ανά χρονική περίοδο. Αρχικά, διακρινόταν σε ένα τριγωνικό χώρο και ένα οχύρωμα στα ανατολικά. Στα ανατολικά βρίσκεται (σε χαμηλότερο υψόμετρο) και μία μεγάλη έκταση, γνωστή ως τα «Λιβάδια» ή «Λιβαδάκια» της Κορώνης. Το Βυζαντινό φρούριο βρισκόταν στο υψηλότερο σημείο, εκεί όπου σήμερα δεσπόζει το γυναικείο μοναστήρι. Κατά την Α’ Ενετοκρατία, προστέθηκε ένας μεγάλος περίβολος στα ανατολικά και οικοδομήθηκαν ισχυρά τείχη. Κατά την Α’ Οθωμανική περίοδο, ενισχύθηκε η οχύρωση της νοτιοανατολικής πλευράς (με μία δεύτερη γραμμή άμυνας) η οποία όμως ανατινάχθηκε το 1685, από τον Φραντσέσκο Μοροζίνι (Francesco Morosini). Επίσης, κατά την λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (1944) ανατινάχθηκε από τους Γερμανούς ο βορειότερος εκ των δύο στρογγυλών πύργων που υπήρχαν στις δύο άκρες του προτειχίσματος. Τον πύργο αυτό χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί ως αποθήκη πυρομαχικών. Ο νοτιότερος πύργος σώζεται άθικτος μέχρι και σήμερα. Επί Τουρκοκρατίας, η ονομασία των δύο πύργων ήταν «Μπιτζιχανέδες».
Η κεντρική είσοδος του κάστρου είναι διαμορφωμένη σε μία μεγάλη τετράγωνη κατασκευή, όπου η κορυφή (στο κατώτερο τμήμα της) απολήγει σε ένα οξυκόρυφο τόξο. Την εποχή της ακμής του κάστρου υπήρχε πριν από την είσοδο πρόπυλο που διατηρήθηκε μέχρι την Ελληνική Επανάσταση, με παραστάδες δεξιά και αριστερά και πάνω από την είσοδο ανάγλυφο με το Λιοντάρι του Αγίου Μάρκου. Επίσης, εκτός από την κεντρική πύλη, υπήρχαν δύο ακόμη πύλες στο κάστρο: μία στην ανατολική πλευρά προς τα «Λιβάδια» και μία στη νοτιοδυτική πλευρά, κοντά στην Παναγία Ελεήστρα. Για την κατασκευή του τείχους χρησιμοποιήθηκαν καλοδουλεμένες πέτρες, αλλά και αρχαίο οικοδομικό υλικό, το οποίο είναι περισσότερο εμφανές στον τοίχο δίπλα από το μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού.
Στο εσωτερικό του κάστρου σώζονται τα κατάλοιπα της τρίκλιτης βασιλικής της Αγίας Σοφίας (πιθανόν του 7ου αιώνα). Πλησίον, βρίσκεται ο σημερινός ναός του Αγίου Χαραλάμπους, η αρχική οικοδόμηση του οποίου έγινε το 1689 ως καθολική εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο Ρόκκο (προστάτη από τους λοιμούς και τις επιδημίες). Στη συνέχεια, ο ναός μετατράπηκε σε Οθωμανικό τέμενος και στους νεότερους χρόνους, σε Ορθόδοξο ναό. Μάλιστα, κατά την διάρκεια των προσθηκών χρησιμοποιήθηκε αρχαίο οικοδομικό υλικό. Στο δυτικό άκρο του κάστρου ο επισκέπτης μπορεί να δει την Μονή του Τιμίου Σταυρού (παλαιοημερολογίτικο μοναστήρι) που ιδρύθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα. Εντός του μοναστηριακού περιβόλου σώζεται ένας οκταγωνικός πύργος. Κτίστηκε επί Τουρκοκρατίας και πρόκειται για το υψηλότερο σημείο του κάστρου. Στο εσωτερικό του Κάστρου της Κορώνης διασώζονται επίσης αρκετοί λαξευτοί τάφοι, υπόγειες θολωτές δεξαμενές για την συλλογή βρόχινου νερού, ένα Τουρκικό χαμάμ, Βενετσιάνικες στέρνες, καθώς και το λεγόμενο Ρεσάλτο. Πρόκειται για μία μαρμάρινη στήλη εις μνήμην των Ελλήνων πεσόντων της 28ης Φεβρουαρίου 1824, οι οποίοι προσπάθησαν να καταλάβουν το κάστρο από τους Τούρκους, βρίσκοντας, όμως, τραγικό θάνατο.