Κάστρο Μεθώνης
Το Κάστρο της Κυπαρισσίας είναι γνωστό και ως Κάστρο των Γιγάντων ή Κάστρο της Αρκαδιάς. Λόγω της θέσης του προσφέρει στον επισκέπτη μια μοναδική θέα, όχι μόνο προς την πόλη της Κυπαρισσίας (που απέχει 67 χιλιόμετρα από την Καλαμάτα) αλλά και προς ολόκληρη την γύρω περιοχή και τις ακτές του Ιονίου Πελάγους. Σύγχρονοι μελετητές, με βάση το κτίσιμό του, πιστεύουν ότι το σημερινό διασωζόμενο κάστρο είναι κυρίως Φράγκικο, καθώς τέτοιου είδους κτίσματα εμφανίζονται μετά το 1204/1205. Το κάστρο είναι κτισμένο πάνω από την αρχαία ακρόπολη του Κυπαρισσίεντα και τα ερείπια των προγενέστερων φρουρίων (αρχαίου και Βυζαντινού).
Σύμφωνα με την μυθολογία, η Κυπαρισσία υπήρξε κτίσμα των «Γιγάντων», οι οποίοι λέγεται πως έκτισαν και την ακρόπολη, πάνω στην οποία βρίσκεται σήμερα το κάστρο. Είναι δηλαδή θεμελιωμένο επάνω σε «κυκλώπεια» τείχη, με τεράστιους ογκόλιθους, εξού και η ονομασία «Κάστρο των Γιγάντων».
Στα χρόνια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, το κάστρο ανακαινίστηκε στα πλαίσια της οργάνωσης ισχυρής αμυντικής θωράκισης των παράκτιων περιοχών. Συγκεκριμένα, στις τέσσερις γωνίες χτίστηκαν προπύργια ένα εκ των οποίων (στην ανατολική πλευρά) διασώζεται και είναι γνωστό ως ο «Πύργος του Ιουστινιανού». Κατά την Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο, η Κυπαρισσία αναφέρεται ως Αρκαδία ή Αρκαδιά (λόγω των πολλών Αρκάδων που κατέφυγαν εκεί) οπότε έκτοτε και το παλαιό Κάστρο των Γιγάντων αναφέρεται ως Κάστρο της Αρκαδίας ή Κάστρο της Αρκαδιάς.
Κατά τις πρώτες δεκαετίες του 13ου αιώνα, το κάστρο κυριαρχήθηκε από τους Ενετούς και τους Φράγκους, ενώ από το 1430 εντάχθηκε στο Δεσποτάτο του Μορέως υπό των έλεγχο των Παλαιολόγων ως Βυζαντινό. Το 1459, πέρασε στα χέρια των Τούρκων, οι οποίοι πραγματοποίησαν συμπληρωματική οχύρωση. Κατά την περίοδο της δεύτερης Ενετοκρατίας (1685-1715) οι Ενετοί έκτισαν εκ νέου τα γκρεμισμένα μέρη του κάστρου (πύργους και επάλξεις) που είχαν ανατινάξει οι Τούρκοι. Το κάστρο απελευθερώθηκε τελικά από τους Έλληνες, χωρίς μάχη, την 25η Μαρτίου 1821. Το 1970, μέσα στο χώρο του κάστρου κτίστηκε ένα υπαίθριο μικρό θέατρο όπου πραγματοποιούνται πολιτιστικές εκδηλώσεις και θεατρικές παραστάσεις.
Η κάτοψη του κάστρου έχει τραπεζοειδές σχήμα, το οποίο ο ερευνητής Antoine Bon διαχώρισε σε δύο τρίγωνα. Το βόρειο τρίγωνο αντιστοιχεί στον άνω περίβολο ή «Πάνω Κάστρο» και το νότιο στον κάτω περίβολο ή «Κάτω Κάστρο». Η προσπέλαση στο κάστρο γινόταν από ένα επίχωμα (ράμπα) που στο πλησιέστερο προς την πύλη τμήμα του προστατευόταν από ένα τείχος με πολεμίστρες. Το κάτω μέρος της τοιχοποιίας διασώζεται μέχρι το ύψος του εδάφους και είναι κτισμένο από αρχαίους ογκόλιθους (πωρόλιθους). Το υπόλοιπο τμήμα των τειχών είναι κτισμένο με μικρούς πωρόλιθους και ασβεστόλιθους ανακατεμένους με κομμάτια από κεραμίδια και κονίαμα-χαρακτηριστική μορφή Μεσαιωνικής δόμησης.
Τέλος, το 2007 διενεργήθηκε σωστική ανασκαφή στις δυτικές υπώρειες του κάστρου όπου και ανακαλύφθηκαν θεμέλια κτιρίου (πιθανότατα κατοικία). Η αρχαιότερη φάση του κτιρίου ανάγεται στους Ύστερους Ελληνιστικούς και Πρώιμους Ρωμαϊκούς χρόνους (1ος π.Χ. αιώνας-1ος αιώνας), ενώ φαίνεται ότι συνέχισε να είναι σε χρήση έως την Ύστερη Ρωμαϊκή εποχή (3ος-4ος αιώνας).