Σηροτροφία και παραγωγή μεταξιού στη Μάνη
Σηροτροφία ονομάζεται η τέχνη της εκτροφής μεταξοσκωλήκων για την παραγωγή μεταξιού. Τα μυστικά της επεξεργασίας και ύφανσης του μεταξιού έγιναν γνωστά πρώτα στο Βυζάντιο, ενώ μετά τον 13ο αιώνα η μεταξουργία αναπτύχθηκε σε μεγάλο βαθμό σε όλη την Ελλάδα και και ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο, που ονομάστηκε από τότε Μοριάς, χάρη στην καλλιέργεια της μουριάς. Λέγεται, μάλιστα, ότι ένας σταυροφόρος, ο Ρογήρος ο Πρώτος, βασιλέας της Σικελίας, όταν κατέκτησε την Πελοπόννησο, μετέφερε κατά το έτος 1417 στη Σικελία την μουριά και την εκτροφή του μεταξοσκώληκα.
Η παραγωγή της μεταξοκλωστής από το κουκούλι ήταν συνηθισμένη ενασχόληση των Καλαματιανών, και όχι μόνο, νοικοκυριών ήδη από την περίοδο της τουρκοκρατίας. Η σηροτροφία είχε μεγάλη διάδοση κυρίως στην Έξω Μάνη, όπου, ακόμη και σήμερα, οι μουριές είναι σε αφθονία.
Μαρτυρίες αναφέρουν ότι και στην υπόλοιπη Μεσσηνία είχε αναπτυχθεί η παραγωγή του μεταξιού. Ο σημερινός οικισμός Μεταξάδα, (Σαπρίκι), ήταν ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα παραγωγής μεταξιού, (εξού και η σημερινή του ονομασία). Επίσης, η ονομασία του χωριού Σκάρμηγκα, εικάζεται πως προέρχεται από την κινεζική λέξη «Σκάρμινξ» που σημαίνει «δρόμος του μεταξιού». Το μετάξι αυτό μεταφερόταν μέσα από καρόδρομο που περνούσε από το χωριό και έφτανε στο λιμάνι της Πύλου.
Η Μεσσηνία εξελίχθηκε σε σημαντικό κέντρο παραγωγής μεταξιού και ιδιαίτερα η πόλη της Καλαμάτας όπου η μεταξουργία άκμασε από τον 18ο μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα. Όλοι οι εμπορικοί οδηγοί των διαφόρων κρατών μιλούσαν για τα «μεταξωτά Καλαμών».
Αναφορά στα περίφημα μεταξωτά της Καλαμάτας γίνεται από τον Τούρκο περιηγητή Ελβιγιά Τσελεμπί, ο οποίος το 1667 πραγματοποίησε ταξίδι στην Καλαμάτα: «Έχουν λογής μεταξωτά και εμπριμέ καλύπτρες, καλύτερες από τις Αλγερινές. Τυλίγουν με αυτές το κεφάλι τους και δένουν την μέση τους αντί ζώνης. Έχουν ολομέταξα πουκάμισα... Ένα πουκάμισο ζυγίζει 7-8 δράμια, τόσο λεπτό είναι... Στην Ευρώπη εξάγουν χιλιάδες δέματα μετάξι...».
Ενδιαφέρουσες πληροφορίες μας παρέχει και ο Άγγλος περιηγητής William Gell ο οποίος επισκέφθηκε την Καλαμάτα στις αρχές του 1805 και ανέφερε ότι βρήκε εργαστήρια μεταξιού στην πόλη, καθώς και ένα δωμάτιο για την σηροτροφία σχεδόν σε κάθε σπίτι.
Ένας άλλος επισκέπτης της Καλαμάτας, στα μέσα του 19ου αιώνα, ήταν ο Sir Thomas Wyse, πρεσβευτής της Μεγάλης Βρετανίας στην Ελλάδα το 1849-1862. Σε βιβλίο του, που εκδόθηκε μετά τον θάνατο του, αφιερώνει αρκετές σελίδες στην Καλαμάτα. Επισκέφθηκε την Μονή των Καλογραίων, για την οποία γράφει: «Πολύ λίγες από τις μοναστικές κοινότητες αυξάνονται στην Ελλάδα, όπως αυτή η Μονή». Η συμβολή της Μονής Καλογραίων των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στην ανάπτυξη της μεταξουργίας της Καλαμάτας ήταν σημαντική, διότι έχουμε την μετάβαση από την φάση της οικοτεχνίας σε μία πιο «βιομηχανική βάση» παραγωγής μεταξωτών. Η Μονή από την ίδρυσή της, το 1796, και μετά έχει ταυτιστεί με την ιστορία και τον πολιτισμό της Καλαμάτας, χάρη στην αδιάκοπη, για διακόσια χρόνια, παραγωγής υψηλής ποιότητας μεταξωτών.
Η μεταξουργία τέθηκε σε πιο οργανωμένη βάση όταν ιδρύθηκε στην πόλη το πρώτο μηχανοκίνητο κατάστημα αναπήνισης, (επεξεργασίας) μεταξιού. Ετσι, το 1837, δημιουργήθηκε μια μικρή βιομηχανία στη συνοικία Πενταχώρι, στην σημερινή συνοικία του Αγίου Νικολάου. Εκεί, εργάζονταν εξήντα κορίτσια από 10-15 ετών, από τις 6 το πρωί μέχρι τις 6 το απόγευμα, με διάλειμμα μιας ώρας για το φαγητό. Το εργοστάσιο ευδοκίμησε έως το 1875.
Το 1853, παρήχθησαν στην Καλαμάτα 30.000 οκάδες μετάξι, ενώ η συνολική παραγωγή στην Ελλάδα ήταν 150.000 οκάδες. Πιο συγκεκρίμενα, κατά την περίοδο 1853-1859, ιδρύθηκαν σταδιακά πέντε μεγάλα ατμοκίνητα μεταξουργεία, με αποκορύφωμα το μεγάλο εργοστάσιο του εμπορικού οίκου «Φελς & Σια». Στα μέσα της δεκαετίας του 1870, η Καλαμάτα αποτελούσε το πρώτο μεταξοπαραγωγικό κέντρο του κράτους με βασική αγορά μεταξιού την Γαλλία. Ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος, για να δώσει και νέα ώθηση στην μεταξοκαλλιέργεια ίδρυσε το 1880 στην πόλη σηροτροφικό σταθμό. Παρά την ασθένεια του μεταξοσκώληκα, (πεπερίνη), που είχε ήδη ενσκήψει στην ελληνική σηροτροφία, οι επενδύσεις στο μετάξι συνεχίστηκαν. Το 1897, στην Ελλάδα λειτουργούσαν δώδεκα μεταξουργεία, εκ των οποίων τα πέντε ήταν στην Καλαμάτα. Ολοκληρώνοντας, καθ’ολη την διάρκεια του 19ου αιώνα και μέχρι τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, η επεξεργασία του μεταξιού αποτέλεσε βασική πηγή εισοδήματος για εκατοντάδες οικογένειες της Καλαμάτας.