Σημείο 1-Διαδρομή του Ν. Καζαντζάκη και του αληθινού Γεώργιου Ζορμπά στη Στούπα
Στην καρδιά της Στούπας, εκεί όπου το κύμα γλείφει το ακρογιάλι της Καλόγριας, στέκει αγέρωχη η προτομή του Νίκου Καζαντζάκη. Το βλέμμα του στρέφεται προς τον ορίζοντα – ίσως προς τον εσωτερικό του ορίζοντα, εκείνον που διαπερνά το πνεύμα και τη μοίρα του ανθρώπου. Το έργο φιλοτεχνήθηκε από τον γλύπτη Χρίστο Ριγανά και τοποθετήθηκε το 1994 από την τοπική κοινότητα, σε ένδειξη σεβασμού και ευγνωμοσύνης για τον κορυφαίο στοχαστή των ελληνικών γραμμάτων. Τα αποκαλυπτήρια έκανε ο Γεώργιος Εξαρχουλέας, βαφτισιμιός του ίδιου του Ζορμπά κλείνοντας ένα κύκλο ζωής και δημιουργίας.
Εδώ, στο ήσυχο αυτό τοπίο της Μεσσηνιακής Μάνης, έζησε ο Νίκος Καζαντζάκης δύο γόνιμα και εσωτερικά ταραχώδη χρόνια (1917–1918), πλάι στον αληθινό Γεώργιο Ζορμπά. Η ζωή τους στην Καλόγρια και η εμπειρία της κοινής προσπάθειας στο λιγνιτωρυχείο της Πραστοβάς άφησαν ανεξίτηλο αποτύπωμα στην ψυχή του Καζαντζάκη και αποτέλεσαν τη μήτρα από την οποία γεννήθηκε ο μυθικός ήρωας Αλέξης Ζορμπάς.
Ο Άνθρωπος – Νίκος Καζαντζάκης
Γεννημένος στο Ηράκλειο Κρήτης το 1883, όταν ακόμα το νησί βρισκόταν υπό την Οθωμανική κυριαρχία, ο Καζαντζάκης μεγάλωσε σε μια εποχή εσωτερικών και εξωτερικών επαναστάσεων. Ο πατέρας του, Μιχάλης, υπήρξε δυναμικός και αυστηρός, και η επίδρασή του διαφαίνεται συχνά στους ηρωικούς και ασυμβίβαστους χαρακτήρες των έργων του γιου του. Στη Νάξο, στη Γαλλική Εμπορική Σχολή, ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με την Ευρώπη, ενώ στην Αθήνα σπούδασε νομικά, αποφοιτώντας με άριστα. Όμως το πάθος του δεν ήταν η νομική. Ήταν η αλήθεια – η φιλοσοφική, η υπαρξιακή, η καλλιτεχνική.
Στο Παρίσι παρακολούθησε μαθήματα του μεγάλου φιλοσόφου Μπεργκσόν, ενώ οι επιρροές από τον Νίτσε, τον Δάντη, τον Ομηρο και τον Βούδα σημάδεψαν τη σκέψη και το έργο του.
Το Έργο – Μια Εσωτερική Οδύσσεια
Ο Καζαντζάκης υπήρξε πολυγραφότατος: ποιητής, θεατρικός συγγραφέας, μυθιστοριογράφος, μεταφραστής, δημοσιογράφος, ταξιδευτής. Το πρώτο του έργο, Όφις και Κρίνο, υπογράφτηκε με ψευδώνυμο, αλλά σύντομα θα γινόταν γνωστός με το δικό του όνομα, που θα έλαμπε σε διεθνή λογοτεχνικά στερέα. Το Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά τον καθιέρωσε παγκοσμίως. Η φλόγα του Ζορμπά ήταν η φλόγα της ζωής – αυτής που έζησε εδώ, στην Καλόγρια.
Άλλα εμβληματικά έργα του: Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται, Ο Καπετάν Μιχάλης, Ο Τελευταίος Πειρασμός, Αναφορά στον Γκρέκο και βέβαια η Οδύσσεια, το έπος της ύπαρξης του σύγχρονου ανθρώπου σε 33.333 στίχους.
Διώξεις και Τιμές
Το έργο του, τολμηρό και φιλοσοφικά ανήσυχο, δεν έγινε αποδεκτό με ευκολία. Η Εκκλησία τον καταδίκασε – πρώτη φορά το 1928 για την Ασκητική. Ο ίδιος απάντησε με γενναιότητα και αξιοπρέπεια:
«Μου δώσατε μια κατάρα, Άγιοι Πατέρες… Σας εύχομαι να ’ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή όσο η δική μου.»
Το 1956 του απονεμήθηκε το Διεθνές Βραβείο Ειρήνης. Στην ομιλία του, κάλεσε την ανθρωπότητα να επιστρατεύσει τις δυνάμεις της αγάπης, πριν χαθεί στην απανθρωπιά της πυρηνικής εποχής.
Ταξίδια και Συντροφικότητα
Ο Νίκος Καζαντζάκης υπήρξε ακαταπόνητος οδοιπόρος του κόσμου και της ψυχής. Από τη Μόσχα ως το Σινά, από την Ιαπωνία ως την Ισπανία, γύρεψε το νήμα που ενώνει την ανθρώπινη περιπέτεια. Σημαντική ήταν και η πνευματική του φιλία με τον Άγγελο Σικελιανό – μια σχέση βαθιά, ποιητική, σχεδόν μυστικιστική.
Το Τέλος – Και η Αρχή της Αθανασίας
Το καλοκαίρι του 1957, ο Νίκος Καζαντζάκης, πάντα ανήσυχος, πάντα ανοιχτός στον κόσμο και στις ιδέες του, ταξιδεύει στην Κίνα, καλεσμένος της κυβέρνησης. Είναι το τελευταίο του μεγάλο ταξίδι. Από εκεί επιστρέφει καταπονημένος, με την υγεία του βαρύτατα επιβαρυμένη. Ο συγγραφέας, που τόσο είχε ταξιδέψει στα γεωγραφικά και υπαρξιακά τοπία του κόσμου, πλησιάζει πια στο τελευταίο σύνορο.
Σύντομα διαγιγνώσκεται με λευχαιμία – αν και υπάρχουν μαρτυρίες ότι η ασθένεια τον βασάνιζε σιωπηλά ήδη από τον χειμώνα του 1938. Μεταφέρεται αρχικά στην Κοπεγχάγη και στη συνέχεια στο Φράιμπουργκ της Γερμανίας. Εκεί, στις 26 Οκτωβρίου 1957, κλείνει για πάντα τα μάτια του, σε ηλικία 74 ετών.
Κάποιοι ισχυρίζονται πως δεν ήταν η λευχαιμία που τον λύγισε, αλλά μια βαριάς μορφής ασιατική γρίπη. Όποια κι αν ήταν η άμεση αιτία, ο Καζαντζάκης πέθανε όρθιος μέσα στη φωτιά της δημιουργίας, αφήνοντας πίσω του ένα έργο τεράστιο, ασυμβίβαστο, βαθιά ανθρώπινο και παγκόσμιο.
Η σορός του μεταφέρθηκε στην Ελλάδα με φροντίδα της Ελένης Καζαντζάκη και τη συμβολή του Αριστοτέλη Ωνάση, ο οποίος διέθεσε ιδιωτικό αεροσκάφος για το ταξίδι από το εξωτερικό. Ωστόσο, η Εκκλησία της Ελλάδος, συνεπής στην αντίθεσή της με το έργο και τις φιλοσοφικές αναζητήσεις του συγγραφέα, αρνήθηκε να του προσφέρει εκκλησιαστική κηδεία και να επιτρέψει την ταφή του σε ελληνικό νεκροταφείο.
Έτσι, με μια συμβολική και συνάμα ποιητική επιλογή, ο Νίκος Καζαντζάκης τάφηκε στα ενετικά τείχη του Ηρακλείου – όχι απλώς εκτός των νεκροταφείων, αλλά κυριολεκτικά πάνω στα τείχη της πόλης που τον γέννησε. Στον τάφο του χαράχτηκε, όπως ο ίδιος επιθυμούσε, η φράση που έγινε παγκόσμιο σύνθημα ελευθερίας:
«Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβούμαι τίποτα, είμαι λεύτερος.»
Αυτό το τελευταίο σημείο της ζωής του Καζαντζάκη δεν αποτελεί απλώς μια βιογραφική πληροφορία, αλλά τον επίλογο ενός ανθρώπου που έζησε μέσα στην πνευματική αγωνία, μακριά από βεβαιότητες και εύκολες απαντήσεις. Ενός ανθρώπου που αγωνίστηκε να μετουσιώσει τον πόνο σε φλόγα, τη σιωπή σε κραυγή, και τον θάνατο – σε πράξη ελευθερίας.