Το χωριό Ρωμανός είναι ένας οικισμός με μακρόχρονη ιστορία που ακολουθεί την ιστορία της Μεσσηνίας και της ευρύτερης περιοχής της Πυλίας.
Από το 1900 έχουν πραγματοποιηθεί πολλές διερευνητικές αρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή του Ρωμανού, αλλά και στις γύρω περιοχές του Πετροχωρίου, της Τραγάνας και της ευρύτερης περιοχής της Πυλίας, η οποία θεωρείται συνολικά ως η περιοχή στην οποία εκτεινόταν το βασίλειο της αρχαίας Πύλου, την εποχή του Νέστορα.
Τελευταία, κατά τη διάρκεια εργασιών που έγιναν για την ανέγερση της ξενοδοχειακής μονάδας του Costa Navarino – Navarino Dunes και του γηπέδου γκολφ του ξενοδοχείου, ανασκάφηκαν ένας εκτεταμένος Πρωτοελλαδικός οικισμός, ένα εργαστήριο χαλκού, ένας μυκηναϊκός θολωτός τάφος, διάφοροι άλλοι τάφοι και οικίες των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων, ένας πρώιμος Αρχαϊκός Ναός καθώς και διάφορες οικιστικές εγκαταστάσεις των ελληνιστικών χρόνων.
Η εγγύτητα με τη θάλασσα, η εξασφάλιση ύδατος από τον ποταμό Σέλα και τους χειμάρρους που καταλήγουν σε αυτόν, το ήπιο κλίμα και η ευφορία των πεδινών εδαφών, ήταν από τους κυριότερους λόγους της ιδιαίτερης προτίμησης των ανθρώπων για την κατοίκηση της περιοχής αυτής.
Πρωτοελλαδικός οικισμός (ΠΕ Ι/ΙΙ και ΠΕ ΙΙ)
Σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα γνωστά ανασκαφικά δεδομένα ο πρωτοελλαδικός οικισμός καλύπτει μια έκταση τουλάχιστον 40 στρεμμάτων και μπορεί να θεωρηθεί ως ο μεγαλύτερος έως τώρα εξερευνημένος οικισμός της ΠΕ ΙΙ περιόδου στην Μεσσηνία.
Εντυπωσιακή είναι η οργάνωση του οικισμού, με τις ευρύχωρες κατοικίες, που έχουν ορθογώνια κάτοψη και προσανατολισμό από ΝΔ-ΒΑ. Διακρίνονται επίσης δρόμοι, πηγάδια με λίθινη επένδυση, εργαστήρια, αποθήκες, οικίες, καθώς και μία θέση, η οποία πολύ πιθανόν να συνδέεται με τελετές ή γιορτές στο πλαίσιο κάποιας λατρείας.
Εργαστήριο Χαλκού
Ένα από τα σημαντικά κτίρια του οικισμού, που αποκαλύφθηκε το 2007, ήταν εργαστήριο για την επεξεργασία χαλκού, (τήξη και περεταίρω επεξεργασία του μέταλλου), το οποίο αποτελεί και την μοναδική ως σήμερα εγκατάσταση της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού, δηλαδή της 3ης χιλιετίας π.Χ., για την Πελοπόννησο.
Ιδιαίτερα σημαντικό επίσης είναι ότι ο αρχικός σχεδιασμός του εργαστηρίου, έγινε αποκλειστικά για τη χρήση του ως Εργαστήριο Χαλκού.
Σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Jörg Rambach, υπεύθυνο των ανασκαφών στην περιοχή του Ρωμανού:
«Από τις προσεκτικές παρατηρήσεις μας στον συγκεκριμένο χώρο διαπιστώθηκε η προνοητικότητα με την οποία κτίστηκε το εργαστήριο αυτό, προκειμένου να υπάρξει απόλυτη εκμετάλλευση των καιρικών συνθηκών και ιδιαίτερα της κατεύθυνσης του ανέμου, για την καλύτερη απόδοση της φωτιάς και την εξασφάλιση των απαραίτητων συνθηκών θερμοκρασίας στην επεξεργασία του χαλκού. Στο σημείο της τήξης του χαλκού βρέθηκαν, ανάμεσα στη στάχτη και στα κομμάτια από κάρβουνο, αρκετά τμήματα σκωρίας χαλκού καθώς και θραύσματα από πήλινες χοάνες με κολλημένα λείψανα σκωρίας χαλκού στις εσωτερικές πλευρές τους».
Σε άλλο χώρο του εργαστηρίου χαλκού, σύμφωνα με τον ίδιο αρχαιολόγο, «γινόταν και επεξεργασία οψιδιανού, όπως μαρτυρούν οι εκατοντάδες εργαλείων, θραυσμάτων και πυρήνων οψιδιανού, που βρέθηκαν εκεί».
Μυκηναϊκός θολωτός τάφος
Πρόκειται για έναν πολύ πρώιμο θολωτό τάφο, με πολύ βραχύ στόμιο-διάδρομο και σφραγισμένη με αργούς λίθους είσοδο. Η χρήση του πρέπει να είχε αρχίσει –σύμφωνα με τα ευρήματα– στην ΥΕ Ι περίοδο, δηλαδή γύρω στα 1600/1550 π.Χ. (εικ. 12).
Το τοίχωμα του κυκλικού νεκρικού θαλάμου σώζεται ακόμα σε ύψος περίπου 1,20 μ., ενώ τα ανώτερα τμήματα της θόλου του τάφου είχαν καταρρεύσει και οι λίθοι της βρέθηκαν πεσμένοι στο εσωτερικό του. Αμέσως κάτω από το στρώμα με τους πεσμένους λίθους της θόλου, βρέθηκε το δάπεδο, πάνω στο οποίο είχαν εναποτεθεί τουλάχιστον έξι νεκροί.
Δυστυχώς και αυτός ο θολωτός τάφος ήταν συλημένος από την αρχαιότητα. Η τάφρος, την οποία είχαν ανοίξει οι αρχαιοκάπηλοι, βρέθηκε στη δυτική πλευρά του τάφου.
Παρά τη σύλησή του ο τάφος απέδωσε μερικά πολύ ενδιαφέροντα ευρήματα, ανάμεσα στα οποία ως πολυτιμότερα κτερίσματα μπορούν να θεωρηθούν μια σφαιρική χάλκινη πυξίδα με πώμα και μια χάλκινη τριχολαβίδα. Κεραμική βρέθηκε ελάχιστη και το πιο σημαντικό εύρημα αυτού του είδους είναι ένα κύπελλο Βαφειού.
Αρχαϊκό ιερό στις όχθες του ποταμού Σέλα
Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών στην περιοχή του Ρωμανού ανακαλύφθηκε επίσης παραποτάμιο ιερό - ναός της αρχαϊκής περιόδου (600-500 π.Χ.), στις όχθες του ποταμού Σέλα.
Ο ναός αυτός, διαστάσεων 17 Χ 6.4 μέτρα, είχε θεμέλια από ψαμμόλιθο, ανωδομή από πλίνθους και στεγαζόταν με ξύλινη στέγη με κεραμοσκεπή και ακροκέραμα λακωνικού τύπου.
Αν και δεν βρέθηκε βάθρο λατρευτικού αγάλματος, εικάζεται ότι ήταν μάλλον αφιερωμένος, είτε στην θεά Αρτέμιδα, σύμφωνα με τους ανασκαφείς, είτε στη θεά Αθηνά, είτε στην Πότνια Θηρών.
Η ανακάλυψη του ναού είναι εξαιρετικά σημαντική, καθώς δεν υπάρχει άλλος πρώιμος αρχαϊκός ναός στη Μεσσηνία, αν και δημιουργεί ερωτηματικά, αφού σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, κτίστηκε σε μια περίοδο όπου η Μεσσηνία ήταν υποταγμένη στους Σπαρτιάτες. Όλα δείχνουν ότι καταστράφηκε από πυρκαγιά.