Μονή Δήμιοβας
Η Μονή Δήμιοβας, (Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου), είναι κτισμένη σε υψόμετρο 785 μέτρων, μέσα στα δέντρα. Βρίσκεται σε απόσταση 15 χιλιομέτρων από την Καλαμάτα, πάνω από το Ελαιοχώρι, (Γιάννιτσα). Η Μονή αναφέρεται πολλές φορές και ως Ντίμιοβα, Τίμιοβα και Ντιμόνοβο. Το όνομά της είναι Σλαβικής προέλευσης και σημαίνει «κροκοτόπι», ο τόπος, δηλαδή, όπου ανθίζει το φυτό κρόκος. Ακόμη και σήμερα το φυτό αυτό φυτρώνει στο δάσος που βρίσκεται γύρω από το Μοναστήρι. Το συγκρότημα είναι τετράπλευρο και θυμίζει φρούριο, καθώς περιβάλλεται από ψηλά κελιά και βοηθητικούς χώρους. Αξιόλογος είναι και ο ερειπωμένος «Πύργος του Ρήγα», στα νοτιοδυτικά, έξω από τον περίβολο.
Η Μονή Δήμιοβας γιορτάζει στις 15 Αυγούστου, ενώ ξεχωριστή είναι στις 3 Σεπτεμβρίου η λιτανεία της εικόνας της Παναγίας Δημιοβίτισσας που ξεκινά στις 12 το μεσημέρι από την Μονή και καταλήγει, (μετά από πεζοπορία 13 χιλιομέτρων), στο ναό Γενεσίου της Θεοτόκου στα Γιαννιτσάνικα. Εκεί, η εικόνα παραμένει για δέκα ημέρες και στη συνέχεια επιστρέφει στο Μοναστήρι. Η πρώτη Κάθοδος της εικόνας έγινε την άνοιξη του 1843 για να «λυτρωθεί» ο κόσμος από τις ασθένειες και τις επιδημίες. Η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Ελεούσας, που έχει την ονομασία «Ελπίς των Χριστιανών», χρονολογείται στον 16ο ή στις αρχές του 17ου αιώνα. Μάλιστα, έχει μία πληγή με ξεραμένο αίμα στο κεφάλι της Θεοτόκου που προήλθε από χτύπημα με αιχμηρό αντικείμενο. Ο θρύλος θέλει το χτύπημα αυτό να έχει γίνει από τον αδελφό του Βυζαντινού αυτοκράτορα Λέοντα Ίσαυρου την περίοδο της Εικονομαχίας. Η εικόνα επανήλθε στον ναό της Μονής το 1837, όταν και αποκαταστάθηκαν οι κυριότερες ζημιές του.
Η Μονή Δήμιοβας υπήρχε, τουλάχιστον, από τον 15ο αιώνα, καθώς γνωρίζουμε ότι πυρπολήθηκαν τα κελιά της από τους Τούρκους το 1463, (κατά την διάρκεια του Ενετοτουρκικού πολέμου), και καταστράφηκε το 1770 από τους Τούρκους ως αντίποινα για τα «Ορλωφικά», (την αποτυχημένη επανάσταση των Ελλήνων από τους Ρώσους αξιωματικούς Θεόδωρο και Αλέξιο Ορλώφ). Η σημερινή της μορφή ανάγεται στις αρχές του 17ου αιώνα. Κατά την Επανάσταση του 1821, η Μονή Δήμιοβας, όπως και η μονή Μαρδακίου, αποτέλεσαν καταφύγιο για τους αρματωλούς και τους κλέφτες της περιοχής. Η Μονή διαλύθηκε το 1834, επί Αντιβασιλείας του Μάουρερ, αφαιρώντας όλα τα ιερά σκεύη, ιερά άμφια και αφιερώματα και το 1837, επί της Βασιλείας του Όθωνα, έπειτα από πιέσεις των κατοίκων, ανακαινίσθηκε και ξαναλειτούργησε. Έως το 1944 ήταν ανδρική και από το 1960, μετατράπηκε σε γυναικεία. Κατά την Γερμανική κατοχή, ο Ηγούμενος της Μονής και οι μοναχοί την εγκατέλειψαν για λόγους προσωπικής ασφάλειας. Κατά τα έτη 1968-1969, έγινε μία ριζική ανακαίνιση της Μονής από τον Μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσόστομο Θέμελη. Τέλος, η Μονή είχε υποστεί σοβαρές ζημιές κατά τον σεισμό της Καλαμάτας, το 1986, και αναστηλώθηκε από την Αρχαιολογική Υπηρεσία.
Το Καθολικό, (αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου), είναι τετράγωνος σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός χωρίς νάρθηκα, με τρούλο που στηρίζεται σε δύο κίονες. Ο τρούλος διαθέτει κυλινδρικό τύμπανο. Στη βορειοδυτική γωνία του ναού υψώνεται τετράπλευρο κωδωνοστάσιο. Εσωτερικά, είναι κατάγραφος με αγιογραφίες που φιλοτέχνησε ο ιερομόναχος Δαμασκηνός, το 1663, σύμφωνα με την επιγραφή που σώζεται επάνω από την είσοδο. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο του ναού κατασκευάστηκε το 1773 από τον Ανδρέα Κορωναίο Αναγνώστη, από την Μικρομάνη. Έγινε σε αντικατάσταση ενός παλαιότερου και κατεστραμμένου τέμπλου με την πυρπόληση του 1770.